Αφιέρωμα σε ένα μεγάλο ζωγράφο. τον Lucian Freud

2013-08-09 14:58

Aν ζούσε σήμερα o  Lucian Freud  θα ήταν 81 ετών (απεβίωσε στις 21 Ιουλίου του 2011).

 

Yπάρχουν μερικές φράσεις κλισέ που λένε κυρίως οι ανέμπνευστοι, κοινότοποι Έλληνες καλλιτέχνες. Μια από αυτές είναι το περίφημo "Δίνω την ψυχή μου σε αυτό που κάνω". Ανοησίες. Μέχρι στιγμής κανείς από εκείνους που προσπάθησαν να μας εντυπωσιάσουν με αυτήν την μπούρδα δεν ήξερε τι σημαίνει.

Αντιθέτως, αυτός εδώ ο τύπος είναι από εκείνους που αυτή την μικρή φράση την έκαναν τρόπο ζωής.
Ο Λούσιαν Φρόιντ, ένας από τους μεγαλύτερους ζωγράφους του κόσμου, αναμορφωτής της σύγχρονης ζωγραφικής στη Μεγάλη Βρετανία.
Προκλητικός, αθεράπευτα γοητευτικός, παθιασμένος με το σεξ, ο Φροιντ ξεγύμνωσε τον άνθρωπο, τον απομόνωσε, του επέβαλε την πιο σκληρή του πλευρά, μεγέθυνε με το πινέλο τις αδυναμίες του, έκανε τη φθορά αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής τους και πέρασε το μισό του χρόνο προσπαθώντας να ζωγραφίσει πορτρέτα. Πορτρέτα κοντινά, αιχμηρά, αδιαπέραστα, σκληρά, χωρίς ίχνος συναισθήματος. Υπέροχα.

Ο Λούσιαν Φρόιντ, ένας από τους μεγαλύτερους ζωγράφους του κόσμου. Δήλωνε επηρεασμένος από τον Ενγκρ. Ποτέ δεν τον ενδιέφερε η εξιδανικευμένη πλευρά της ζωής. Ποτέ δεν αποτύπωσε την ομορφιά.

Έλεγε: "Το έργο μου είναι καθαρά αυτοβιογραφικό. Περιγράφει εμένα και το περιβάλλον μου. Θέλω η ζωγραφική μου να λειτουργεί όπως η σάρκα. Για μένα ο πίνακας είναι ο άνθρωπος που απεικονίζεται". Μέσα σε αυτή τη θεωρία των δυο γραμμών περικλείεται ένας σπουδαίος ζωγραφικός κόσμος.  

 

Γεννήθηκε το 1922 στη Γερμανία μέσα σε μια εμβληματική οικογένεια. Είναι απόγονος δύο γιγάντων: εγγονός του Σίγκμουντ Φρόιντ και γιος του αρχιτέκτονα Ερνστ Φρόιντ. Η οικογένειά του το 1934, με την άνοδο του ναζισμού μετακόμισε στο Λονδίνο. Το 1939 παίρνει τη βρετανική υπηκοότητα. Το Λονδίνο υποδέχεται με ενθουσιασμό αυτή τη σπουδαία οικογένεια και ο Λούσιαν σπουδάζει στην Κεντρική Σχολή Καλών Τεχνών του Λονδίνου, στη Σχολή Ζωγραφικής και Σχεδίου Σέντρικ Μόρις και στο Κολέγιο Γκόλντσμιθς του Πανεπιστημίου του Λονδίνου.

 

Ο μύθος λέει ότι, όταν ήταν νέος κυκλοφορούσε στους δρόμους  του Λονδίνου με ένα εκπαιδευμένο γεράκι στον ώμο.  Ολοκλήρωσε  τις σπουδές του και  ταξίδεψε πολλές φορές στο Παρίσι, όπου γνώρισε τον Πικάσο και τον Τζακομέτι. Τα πρώτα του έργα μαρτυρούν επιδράσεις από τον σουρεαλισμό. Γρήγορα καταλήγει στο στιλ της ζωγραφικής που τον εκφράζει. Εξίσου γρήγορα έρχεται και η αναγνώριση.

Η προσωπική ζωή του Φρόιντ είναι πιο εκκεντρική από την τέχνη του. Πνευματώδης, με μαγνητική προσωπικότητα συνδέεται με πολλές εκπροσώπους του αντίθετου φύλου. Οι ιστορίες και οι εξομολογήσεις των γυναικών σχετικά με το χαρακτήρα του είναι άπειρες. Οι μισές από αυτές αποκαλύπτουν τον μισογυνισμό του. "Αγαπούσε περισσότερο τα σκυλιά και τα άλογα από τις γυναίκες" εξομολογήθηκε μια πρώην ερωμένη του.

Κάνει δυο γάμους: έναν τη δεκαετία του '40 και έναν τη δεκαετία του '50. Η πρώτη του γυναίκα Κίτι Επστάιν τον ανακηρύσσει ως τον απολύτως ανεύθυνο αρσενικό. Η δεύτερη σύζυγός του ήταν η Λαίδη Καρολάιν Μπλάκγουντ. Λέγεται ότι ήταν η μόνη γυναίκα, που όταν τον εγκατέλειψε του ράγισε την καρδιά. Μετά το χωρισμό τους, οι φίλοι του διαπίστωσαν επάνω του μια αλλαγή: άρχισε να πίνει και να είναι οξύθυμος (λίγο περισσότερο από πριν). Ο Φράνσις Μπέικον περιέγραψε την κατάστασή του λέγοντας: "Φοβήθηκα ότι είχε αυτοκτονικές τάσεις".

Ο Φρόιντ ζωγραφίζει πάντοτε μέσα στο ατελιέ του. Αυτό ήταν και το μεγάλο θέμα της αναδρομικής του έκθεσης, στο Μπομπούρ, το 2010. "Ο ζωγράφος και το ατελιέ". Το ατελιέ του Φρόιντ είναι ο κόσμος του. Είναι ο κόσμος μέσα στον οποίο γεννιέται η τέχνη του. Και εκεί ολοκληρώνεται. Ένας κόσμος όπου το χάος αποκτά τάξη μόνο πάνω στον καμβά.

Τα μοντέλα του είναι οι άνθρωποι του περιβάλλοντός του, ερωμένες, φίλοι. Τους ζωγραφίζει γυμνούς μέσα σε ένα θλιβερό περιβάλλον. Φωτίζονται αποκαλυπτικά από το ηλεκτρικό φως. Ξεχαρβαλωμένοι καναπέδες και πολυθρόνες, ένας βρόμικος νεροχύτης, ένας λερωμένος από χρώματα τοίχος, ένα φθαρμένο ξύλινο πάτωμα, μία γλάστρα, ένα σκυλί, ένα σιδερένιο κρεβάτι, είναι τα σκηνικά που επιλέγει συχνότερα.

 Στο κέντρο της σύνθεσης κάθε φορά  ξαπλωμένα  ή όρθια σε τολμηρές πόζες τα γυμνά σώματα αναπαριστούν ωμά την μοναξιά της ανθρώπινης ύπαρξης. Οι άνθρωποι είναι τραγικά γυμνοί, τολμηροί, βίαιοι, προκλητικοί. Μοιάζουν απροστάτευτοι.

Πρόκειται για την δραματοποίηση της ανθρώπινης εμπειρίας. 

Στο άκουσμα του ονόματος του Φρόιντ όλοι αντιδρούν σχεδόν το ίδιο: Επαινούν μια ζωγραφική που όμως, μοιάζει να μην τους προξενεί κανέναν ενθουσιασμό (παρακαλώ να μας εξαιρέσετε από αυτή τη λίστα). Ίσως γιατί είναι απόμακρος. Ίσως γιατί αυτός ο τύπος δεν μας άφησε ποτέ να ερμηνεύσουμε το συναίσθημά του. Τα γυμνά δεν είναι ακριβώς όμορφα, τα γεννητικά όργανα δεν αποπνέουν ερωτισμό. Οι πίνακες σου προξενούν μια αδιόρατη ανησυχία. Δεν σε χαϊδεύουν αλλά σε ιντριγκάρουν

Παρόλο που δεν αγαπούσε τη δημοσιότητα υπάρχουν άπειρες φωτογραφίες από την καθημερινότητά του. Δε δίσταζε να ποζάρει (στο ατελιέ του πάντα), το κέντρο του σύμπαντός του ακόμα και σε πολύ προσωπικές στιγμές, όπως την ώρα που ξυριζόταν. Υπάρχουν πάμπολλες φωτογραφίες με τον αγαπημένο του σκύλο. Ένα αδύνατο σκυλί, εντελώς στο άλλο άκρο των σωμάτων που ζωγράφιζε. 

Η κόρη του,  Λούσι Φρόιντ,  είχε να τον δει 15 χρόνια. Τον συνάντησε στο σπίτι του λίγες ημέρες πριν το θάνατό του. "Θέλω να ξέρεις ότι είμαι πολύ εγωιστής", της είπε. Ο Φρόιντ είχε 14 αναγνωρισμένα παιδιά από τις γυναίκες και τις ερωμένες του. Ολοι έλεγαν ότι πάντα τα έβαζε σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με την ζωγραφική.  Κάποια δε τα γνώρισε ποτέ. Στη διαθήκη του άφησε 120 εκατομμύρια λίρες στη δικηγόρο του Νιάνα Ρόστρον και σε μια από τις κόρες του, τη Ρόουζ Πίαρς. Τις δύο αυτές γυναίκες όρισε ως διαχειρίστριες της διαθήκης του. Από αυτές ζήτησε να καταστρέψουν τα προσωπικά του αντικείμενα.

 

Μερικά μόνο από τα σημαντικά έργα του

Η Βασίλισσα Ελισάβετ ποζάρει στον Freud για το πορτρέτο της. Το έργο θεωρήθηκε αιρετικό, βλάσφημο. Οι δεξιές εφημερίδες έγραψαν λίβελους εναντίον του Φρόιντ. Ξεσηκώθηκε θύελλα αντιδράσεων όταν ολοκληρώθηκε το έργο. Κι, όμως, αυτός ο μικρός πίνακας με τις πολλές στρώσεις μπογιάς  είναι μακράν το πιο αληθινό της πορτρέτο.

Η Τζέρι Χολ, την οποία ζωγράφισε έγκυο 8 μηνών τον αποκάλεσε μισογύνη. Στην αρχή καμάρωνε. Μετά όμως, "σκότωσε" το έργο  του (Οκτώβριο του 2010) στους Σόθμπις για μόλις 300.000 λίρες.

Έγκυος πόζαρε για τον Φρόιντ και η Κέιτ Μος. Στις δημόσιες εμφανίσεις τους ήταν σαφές πως μεταξύ τους  υπήρχε μια ιδιαίτερη σχέση. Την έλεγες και τρυφερή. Υπάρχει μια σειρά συγκινητικών φωτογραφιών. Απεικονίζει  τους δυο τους, στο κρεβάτι , ντυμένους και αγκαλιασμένους. 

 

Ο Φρόιντ και τα μοντέλα του: Η αποθέωση του  γυμνού σώματος  και της ασχήμιας. Ο αντίποδας του ωραίου και της αφαίρεσης. Με τα πινέλα του ζωγράφισε ρεαλιστικά την ωμή σάρκα, όχι την καλαίσθητη, την ωραία. Σαν ψυχαναλυτής που σκάλιζε το σώμα για να ξεχυθεί από μέσα η αλήθεια.

 

Πολλοί παρατηρούν ότι ο Φρόιντ ζωγραφίζει γυμνά κορμιά με τέτοιο τρόπο, ώστε κάθε κηλίδα να μεγεθύνεται. Όσο περνούν τα  χρόνια μαθαίνει να απορρίπτει την ακρίβεια και την πεζή, ανιαρή εκφραστική ευστοχία. Αρχίζει να απεικονίζει τη σάρκα  σε ποικίλες χρωματικές αποχρώσεις μ' έναν κραυγαλέο ρεαλισμό που πολλές φορές τρομάζει, με μια λειτουργική βία. Απορρίπτει το ωραίο. Όμως, η ασχήμια του ξεχειλίζει ενέργεια. 

Μια υπέρβαρη κοιμισμένη δημόσια υπάλληλος (την οποία ο ίδιος αποκαλούσε «μεγάλη Σου») ήταν το έργο που έδωσε στον Λούσιαν Φρόιντ τον τίτλο του ακριβότερου εν ζωή ζωγράφου.Το μοντέλο πόζαρε, σαν να κοιμάται, γυμνή σε έναν βελούδινο φθαρμένο καναπέ, επί τέσσερα χρόνια, αμειβόμενη 39 δολάρια την ημέρα. Το έργο που προέκυψε φέρει τον τίτλο «Βenefits Supervisor Sleeping» (1995). Δημοπρατήθηκε από τους Κρίστις και έπιασε την τιμή  ρεκόρ των 23,4 εκατομμυρίων ευρώ. Λέγεται ότι  σημερινός ιδιοκτήτης του πίνακα,  είναι ο Ρομάν Αμπράμοβιτς.

Στο βρετανικό κράτος, όταν πέθανε,  ο Φρόιντ κληροδότησε όχι τα δικά του έργα αλλά κι έναν πίνακα του Κορό. Είναι "Η γυναίκα με το κίτρινο μανίκι". Η αξία της είναι ανεκτίμητη. Ο Φρόιντ την είχε αγοράσει σε δημοπρασία το 2000. Στη διαθήκη του γράφει:

"Το βρετανικό κράτος φέρθηκε άψογα στην οικογένειά μου όταν ήρθαμε από τη Γερμανία". 

  

 

Φράνσις Μπέικον και Λούσιαν Φρόιντ.

Οι μεγαλύτεροι ζωγράφοι της Αγγλίας. Τουλάχιστον στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Ο Φρόιντ, στις αρχές  της δεκαετίας του '50 έγινε  μέλος της  «Σχολής του Λονδίνου», μιας χαλαρής ομάδας με "αρχηγό" τον Φράνσις Μπέικον. Τα μέλη της ήταν υποστηρικτές της παραστατικής ζωγραφικής, σε μια εποχή που κυριαρχούσε η αφηρημένη τέχνη. Και οι δύο είχαν σαν κέντρο της δημιουργίας τους τον άνθρωπο. Και οι δύο κατόρθωσαν να προβάλλουν τον κόσμο τους μέσα από τα πρόσωπα και τα σώματα που ζωγράφιζαν. Με το δικό του τρόπο ο καθένας απεικόνισε την ανθρώπινη ψυχή.

 

Οι σχέσεις του Freud  με την οικογένεια του

Ο Φρόιντ είχε σχέσεις ψυχρές με την οικογένειά του. Όλοι τον θεωρούσαν παράξενο και αυτός εκείνους. Η θεία του Ματίλντε γράφει στον αδελφό της  Ολιβερ: "Ο Λουξ δεν χρησιμοποιεί καθόλου το κύρος της οικογένειας, κάτι για το οποίο όμως εμείς δεν του κρατάμε κακία. Είναι βέβαια ένας ταλαντούχος, αλλά πολύ ασυνήθιστος άνθρωπος. Ζει εντελώς έξω από τα δικά μας αστικά πλαίσια. Συχνά απορώ πώς βρέθηκε στην οικογένειά μας». 

Ο Φρόιντ διατηρεί ψυχρές σχέσεις ακόμα και με τη μητέρα του Λούσι. Η σειρά των πορτρέτων της σε προχωρημένη ηλικία από το 1970 ως τα μέσα της δεκαετίας του 1980, λίγο πριν από τον θάνατό της, ήταν μια μακροχρόνια προσπάθεια να βελτιώσουν την σακατεμένη σχέση μεταξύ τους.

To 2009, πεθαίνει ο αδερφός του  Σερ Κλέμεντ Φρόιντ, πολιτικός παρουσιαστής, συγγραφέας και σεφ. Με τον Λούσιαν οι σχέσεις τους ήταν ανύπαρκτες. Είχαν να μιλήσουν από το 1955. Ο ζωγράφος δεν παρίσταται στην κηδεία του αδερφού του. Την ίδια ώρα, γευματίζει σε ένα εστιατόριο με μια φίλη του. Οι εφημερίδες οργιάζουν.

 

"Ζούσε για να ζωγραφίζει και ζωγράφιζε ως την ημέρα που πέθανε, μακριά από τον θορυβώδη κόσμο της τέχνης", δήλωσε ο ατζέντης και φίλος του, Γουίλιαμ Ακουαβέλα, ο οποίος ανακοίνωσε τον θάνατο του ζωγράφου στις 21 Ιουλίου του  2011. "Ηταν ίσως ο πλέον αλληγορικός ζωγράφος του 20ού αιώνα και έδινε στα έργα του μια βαθιά δραματικότητα και ενέργεια".

 "Με τους πρώτους του πίνακες επαναπροσδιόρισε τη βρετανική τέχνη και με τους μετέπειτα έγινε συγκρίσιμος με τους μεγαλύτερους ζωγράφους κάθε περιόδου", λέει ο διευθυντής της Τέιτ Γκάλερι, Νίκολας Σερότα.

Για μας δεν υπάρχει πριν και μετά. Υποκλινόμαστε στο θαύμα του ανεξαρτήτως περιόδου.

 

Αναδημοσίευση: lifo.gr